ΕΡΕΥΝΑΜΕ ΚΑΙ ΔΙΑΣΩΖΟΥΜΕ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ.

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2022

ΤΟ «ΚΑΙ», Ο «ΟΜΙΛΟΣ ΦΙΛΩΝ ΑΚΤΗΣ», O «N.O.A.» ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΝΑΥΤΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ

( Η πρώτη δημοσίευση της μελέτης αυτής έγινε στο πανελλαδικής κυκλοφορίας συνδρομητικό περιοδικό ΣΥΛΛΟΓΕΣ, με έδρα την Αθήνα, στο τεύχος Δεκεμβρίου 2022.)






1939 - Η ανακοίνωση του Ομίλου Φίλων Ακτής

     Αφορμή γι’  αυτή τη μικρή έρευνα ήταν η δημοσίευση, στο συνδρομητικό αθηναϊκό περιοδικό ΣΥΛΛΟΓΕΣ, το Νοέμβριο 2022, μιας ανακοίνωσης του Μαΐου 1939 από το παλαιό ναυταθλητικό και εκδρομικό σωματείο ΟΜΙΛΟΣ ΦΙΛΩΝ ΑΚΤΗΣ (Ο.Φ.Α.), που ιδρύθηκε το 1921 και υφίσταται ως σήμερα, με έδρα τις Αχαρνές (εικόνα 1). Με την ανακοίνωση, τα μέλη του Ομίλου ενημερώνονταν επίσημα, ότι μετά από συνεννόηση με την τότε Λιμενική Επιτροπή Αίγινας, έγινε δωρεάν παραχώρηση οικήματος που υπήρχε στο δεξιό, για τον εισερχόμενο, λιμενοβραχίονα (που εμείς οι νησιώτες ονομάζουμε «Και») και αποφασίστηκε η ίδρυση του Α’ Ναυτικού Σταθμού του Ομίλου Ο.Φ.Α., για ναυταθλητικές και αλιευτικές χρήσεις των μελών. Το γεγονός αυτό ήταν πολύ σημαντικό αρχικά για τον ίδιο τον Ο.Φ.Α., αλλά, όπως στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε, είχε και ιδιαίτερη τοπική σημασία, αφού αποτέλεσε την αρχή του ναυταθλητισμού στην Αίγινα και τη μετέπειτα δημιουργία του τοπικού Ναυτικού Ομίλου, που όλοι γνωρίζουμε πόσες πανελλαδικές και διεθνείς διακρίσεις έχει επιτύχει. 

Εικόνα 1 - Τα ιδρυτικά μέλη του Ο.Φ.Α.
    Η ανακοίνωση, όμως, αυτή μας δίνει και την ευκαιρία να παρουσιάσουμε την ιστορία και τη διαχρονική εξέλιξη του λιμενοβραχίονα «Και» Αίγινας, που έχει ιστορικό ενδιαφέρον. Εκεί αρχικά, βρισκόταν μια μικρή νησίδα, η ΣΑΡΩΝΙΣ, με δύσκολη πρόσβαση στη στεριά, από βραχάκια. Πάνω της βρίσκουμε στα τέλη του 18ου αιώνα ένα μικρό ενετικό φυλάκιο, το «ΜΠΟΥΡΤΖΙ» (εικόνα 2). 

Εικόνα 2

    Το μικρό αυτό «επιθαλάσσιον φρούριον» στα Καποδιστριακά χρόνια χρησιμοποιείται ως φυλακές. Ακολούθως, το οίκημα εγκαταλείπεται (εικόνα 3) και ερειπώνεται (εικόνα 4). Στις αρχές του 20ου αιώνα, στα πλαίσια γενικότερων λιμενικών έργων που περιλάμβαναν εκβάθυνση του λιμανιού και κατασκευή κανονικού διαδρόμου προς τη στεριά, το κτήριο δυστυχώς κατεδαφίζεται και στη θέση του, τη δεκαετία 20, υπάρχει μόνο ένα πρόχειρο κατάλυμα, που είχαν φτιάξει οι ψαράδες (εικόνα 5). 

Εικόνα 3


Εικόνα 4

Εικόνα 5
                                

    Στα μέσα δεκαετίας 30, μιας και η Αίγινα είχε ήδη αρχίσει να γίνεται τόπος προορισμού για εκδρομείς και σκάφη αναψυχής, μεσολαβούν οι Σύλλογοι Αιγινητών Αθηνών και Πειραιώς και το 1939 γίνεται η παραχώρηση στον Ο.Φ.Α., κατασκευάζεται κεραμοσκεπής οικίσκος, ως «Ναυτικός Σταθμός» και απλές εγκαταστάσεις για ελλιμενισμό σκαφών αναψυχής (εικόνα 6). 

Εικόνα 6
    Η κίνηση του Ναυτικού Σταθμού ήταν αξιόλογη από εκδρομικής αλλά και αθλητικής πλευράς. Οι πρώτοι τοπικοί ναυτικοί αγώνες ιστιοπλοΐας και λεμβοδρομιών είναι πια γεγονός. Στο χώρο, εν τω μεταξύ, τοποθετείται και το μνημείο «Ηρώο Πεσόντων». Μεσολαβεί, όμως, ο Πόλεμος και η Κατοχή. Ο Ναυτικός Σταθμός σταματά να λειτουργεί, εγκαταλείπεται και σχεδόν καταστρέφεται.

Την πρώτη μεταπολεμική είδηση για το θέμα εντοπίζουμε το Μάρτιο 1947, στην «αθλητική σελίδα» του περιοδικού ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ. Πληροφορούμαστε ότι ο Ο.Φ.Α. επανέρχεται και σε συνεννόηση «με τον αρχίατρο του Β. Ν. κ. Ηρειώτη και αρκετούς νέους της Αιγίνης» συμφωνείται η ίδρυση του «θυγατρικού» Ο.Φ.Α. Αιγίνης, στον οποίο και παραχωρείται και ό,τι έχει απομείνει από τον Ναυτικό Σταθμό. Η ναυταθλητική ιστορία της Αίγινας αρχίζει πλέον και επίσημα, με σημαντικές δραστηριότητες στη συνέχεια. Παράλληλα, στο χώρο του «Και» αρχίζει η τουριστική αξιοποίηση. Σε καρτ-ποστάλ της περιόδου και ιδιωτικές φωτογραφίες ο φακός αποτυπώνει ένα νέο διώροφο οίκημα (εικόνες 7α και 7β), που λειτουργεί ως γραφεία του Ομίλου και αναψυκτήριο.

Εικόνα 7α

Εικόνα 7β - Τρατάρηδες στο ΚΑΙ, το 1945

    Το 1951, σε συνέχεια του Ο.Φ.Α. Αιγίνης, ιδρύεται και εγκαθίσταται ο αυτόνομος Ναυτικός Όμιλος Αιγίνης (Ν.Ο.Α.). Στη διετία 1957 – 1958, στο Χώρο λειτουργεί και ο πρώτος θερινός κινηματογράφος «ΣΙΝΕ – ΝΕΡΑΪΔΑ», με φορητό εξοπλισμό (εικόνα 8). 

Εικόνα 8

  Το 1959, το διώροφο κτήριο κατεδαφίζεται και λίγο αργότερα το «Ηρώον» μεταφέρεται στη σημερινή του θέση, την πλατεία «Εθνεγερσίας». Στη συνέχεια και ενώ ο χώρος έχει περιέλθει στο Λιμενικό Ταμείο, κατασκευάζεται το ισόγειο κτήριο, που υπάρχει και σήμερα, στεγάζει τα γραφεία του Ν.Ο.Α. και εκμισθούμενο αναψυκτήριο (εικόνα 9). Ως πρόσφατα, στο σημείο υπήρχε και απόληξη κεντρικού αγωγού ύδρευσης, όπου τα υδροφόρα πλοία έφερναν νερό για τις υδρευτικές ανάγκες του Νησιού. 

Εικόνα 9 - Το ΚΑΙ, σήμερα

    Αυτή σε συντομία είναι η ιστορία του λιμενοβραχίονα «Και» και της αρχής της ναυταθλητικής δραστηριότητας στην Αίγινα, που ξεκίνησε από τον  Όμιλο Φίλων Ακτής. Ευχόμαστε στο Ναυτικό μας Όμιλο πάντα επιτυχίες, υγεία και πρόοδο για τα στελέχη, τους αθλητές και τις αθλήτριές του και πάντα επιτυχίες.

ΠΗΓΕΣ: Για την παρούσα έρευνα χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από: Το φωτογραφικό αρχείο και την επανέκδοση του "Κήρυκα Αιγίνης" του Νεκτάριου Κουκούλη, το περιοδικό ΣΥΛΛΟΓΕΣ, τα φωτογραφικά αρχεία της Αρτ. Λαβούτα και του Βασίλη Οικονόμου. Ευχαριστώ τον υπεύθυνο του περιοδικού ΣΥΛΛΟΓΕΣ και παλιό φίλο Αργύρη Βουρνά για την τιμητική δημοσίευση. 

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2022

1887 - ΤΟ ΠΑΛΑΤΙΟΝ ΤΟΥ ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΑΝΝΗ - Εφημερίδα ΕΣΤΙΑ (αναδημοσίευση)

 


Με πολύ σεβασμό, φέρνουμε ξανά στο φως ένα πολύ σημαντικό κείμενο του Σπυρίδωνα Λάμπρου, εξέχοντα Κερκυραίου ιστορικού και πολιτικού (1851 - 1919), που πρωτοδημοσιεύτηκε στο φύλλο 591/ 26 - 4 - 1887, της εβδομαδιαίας αθηναϊκής εφημερίδας ΕΣΤΙΑ, που από όσα γνωρίζω, για πρώτη φορά δημοσιεύεται σε τοπικό επίπεδο. Το κείμενο αυτό, γραμμένο σε απολαυστική καθαρεύουσα, δημοσιεύτηκε προφανώς μετά από επίσκεψη του Σ. Λάμπρου στην Αίγινα και μας παρέχει με παραστατικό τρόπο, έντονη κριτική διάθεση αλλά και συναισθηματική φόρτιση πολύτιμες πληροφορίες, ορισμένες από τις οποίες τουλάχιστον εγώ δε γνώριζα, για την τότε άθλια εικόνα του πρώτου Κυβερνείου της Ελλάδας, την κατάσταση και τη χρήση του, αλλά παραθέτει και στοιχεία για τις απαρχές της Πόλης, μετά την εγκατάλειψη της Παληαχώρας, το πρώτο Νομισματοκοπείο και άλλα κοινωνικά ζητήματα. Η συνοδευτική φωτογραφία του κτηρίου είναι περίπου της ίδιας εποχής με τη δημοσίευση του άρθρου. Το κείμενο παρατίθεται αυτούσιο, με μόνη αλλαγή τη μη διατήρηση του μονοτονικού για τεχνικούς λόγους και την προσθήκη κάποιων σημείων στίξης ή έντονων χαρακτήρων, προς διευκόλυνση του αναγνώστη. Σε ελάχιστα σημεία εντός παρενθέσεων επεξηγώ κάποια πράγματα με την ένδειξη 'σ.σ.' . 

(Η πλήρης αναδημοσίευση του άρθρου του Σπυρίδωνος Λάμπρου, από το φύλλο 591, της εβδομαδιαίας εφημερίδας ΕΣΤΙΑ, της 25/ 4/ 1887)

Ευλαβής ετέλεσε την προπαρελθούσαν Κυριακήν η Κέρκυρα τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντος του μεγάλου αυτής πολίτου, όστις αναπαύεται εν τω ησύχω σεμνείω της Πλατυτέρας υπό απέριττον λίθον, υπομιμνήσκοντα και διά της εξωτερικής αυτού απλότητος την όλην περί τον βίον σεμνότητα του Κυβερνήτου. Απλούς είνε ο τάφος ως λιτός υπήρξεν ο βίος καί αφε­λής η δίαιτα του Καποδιστρίου. Ουδένα κενόν μεγαλείου όγκον, ουδεμίαν επίδειξιν και λάμψιν φέρει ο τάφος εκείνος, και ενώπιον αυτού ο θεατής λησμονεί τον άρχοντα της Ελλάδος και ενθυμείται μόνον τον αγαθόν Μπαρμπαγιάννην, ως εκάλεσε τον άνδρα αγαπητικώς ο ελληνικός λαός, μετ’ ευγνωμοσύνης άποβλέπων εις την φιλελεήμονα όψιν του ιδρυτού του Αιγιναίου ορφανοτροφείου, εις την πατρικήν φιλοστοργίαν του κτίστου των σχολείων, του εισηγητού της γεωργίας, του προστάτου της πενίας και ορφανίας.

 


Άπορον αληθώς είνε πώς το ποιητικόν τούτο και γλυκύ όνομα του Μπαρμπαγιάννη δεν έμεινε προσκεκολλημένον εις το ίδρυμα εκείνο, εν ω ο Αιγιναίος λαός έβλεπεν εν πλήρει τη δράσει της φιλοπατρίας και αγαθοεργίας τον αγαθόν Κυ­βερνήτην. Λέγω την εν Αιγίνη κατοικίαν και το διοικητήριον του Καποδιστρίου. Οι Αιγινήται γνωρίζουσι τον οίκον υπό άλλο όνομα. Το πρώτον τούτο παλάτιον της νέας Ελλάδος κα­λείται Kυβερνείον. Είνε ίσως η επίσημος αυτού επωνυμία από των χρόνων καθ’ ους είργάζετο και έδρα εν αυτώ ο Κυβερνήτης. Το όνομα γνωρίζουσιν οι πλείστοι των Αιγινητών αλλ’ ολίγοι βεβαίως έχουσι συνείδησιν, ότι ο οίκος εκείνος έχει ιστορίαν και ότι είνε κειμήλιον της Πόλεώς των.

 

Ότε επεσκέφθην το «παλάτιον του Μπαρμπαγιάννη» (ας μοι επιτραπή να καλέσω ούτω το σεβαστόν ερείπιον) και είπον εις την θυρωρόν, άμα εισελθών εις τον πυλώνα, «αυτό λοιπόν είνε το σπίτι του Καποδιστρίου;», έλαβον την απάντησιν «ο Ηλίας ίσως τον εγνώρισεν, εμείς ήλθαμεν αργό­τερα, δεν τον γνωρίζω αυτόν οπού μου λέ­γεις.». Εφάνη εις αυτήν νέον τι και άγνωστον και απροςδόκητον το όνομα του διευθύναντος τας τύχας της Ελλάδος εκ του οίκου εκείνου, ου η αυλή εχρησίμευεν εις αύτην ίνα απλόνη τα νεόπλυτα ασπρόρουχα του απλοϊκού συμβίου, όστις είνε τώρα ο διάδοχος τού Καποδιστρίου εν τω Κυβερνείω. Ο διάδοχος του Καποδιστρίου δεν κυβέρνα την Ελλάδα εκ του ανωτέρου ορόφου τού πα­λατιού, άλλ' αρκεΐται εις το να κυβερνά τον πενιχρόν του οίκον, περιοριζόμενον εις τα εξ αρι­στερών, τω ειςερχομένω, ισόγεια δωμάτια του Κυβερνείου. Δεν δυνάμεθα να είπωμεν τον φύ­λακα εκείνον θυρωρόν του παλατιού, πολύ δ’ όλιγώτερον να ονομάσωμεν αυτόν ξεναγόν. Η μεν θύρα είνε αναπεπταμένη εις πάντας τους ανέμους και πολύ περισσότερον εις τους σπανί­ους επισκέπτας. Ο δε Ήλίας ουδέν έχει να δείξει, εκ του παλαιού μεγάρου του Κυβερνήτου, ουδέν να εξηγήση, ουδεμίαν ιδιαιτέραν αίθου­σαν ν’ ανοίξη ούτε να ερμηνεύση εικόνας ή σκεύη. Ο ξένος δεν έχει ανάγκην έρμηνέως, όπως περιεργασθή, το πρώτον παλάτιον της νέας Ελ­λάδος. Τα κατ’ αυτό είνε απλά, απλούστατα. Και ένα μόνον οφθαλμόν αν έχη ο επισκεπτόμενος, θα ίδη ότι έχει να ίδη, ερήμωσιν και ερείπια. Και φεύγων δεν θα πιστεύει, ότι είδεν αληθώς ό,τι πράγματι είδεν.

 Η της οδού καμαρωτή είσοδος, προς τα αριστερά της οποίας ευρίσκονται τα δωμάτια του φύλακος, άγει εις μεγάλην αυλήν διςχιλίων περίπου πήχεων. Ολίγος είνε ο χώρος ον διαφιλονικεί εις την κνίδην πρασιά λαχανικών, καλλιεργουμένων υπό των κατοίκων του ισογαίου. Αν ήσαν τουλάχιστον γεώμηλα, ο ειςερχόμενος εις την αυλήν του ηρειπιωμένου εκεί­νου κτιρίου θα ενόμιζεν, ότι εφυτεύθησαν επίτηδες είς ανάμνησιν της επιμελείας και της αγάπης, μεθ’ ης ο Καποδίστριας ηγωνίσθη να διαδώση, άμα κατελθών εις την ’Ελλάδα, την καλλιέργειαν του φυτού τούτου. Πόσα δείγμα­τα της φροντίδος αυτού ταύτης διασώζουσιν αι επιστολαί του! 

Εις τον άνω όροφον της οικοδομής άγει κλίμαξ μαρμαρίνη. Ωραία είνε η θέα από της κλίμακος ταύτης, ήτις νυν είνε πολλαχού κα­τεστραμμένη. Βεβαίως ο Κυβερνήτης, κατερχόμενος αυτήν, θα ίστατο πολλάκις, όπως ρίψη το βλέμμα εις τα προς τα δεξιά όρη, την μητρόπολιν και το προσφιλές αυτού κτίσμα, το Ορφανοτροφείον ή εντρυφήση εις τας εξ αριστε­ρών εν απόπτω φαινομένας κλιτύας εν αις κρύ­πτεται η Μονή, εις τα πυρίκαυστα βουνά των Μεθάνων, εις τα νώτα της γλαυκής θαλάσσης.

Ο άνω όροφος του Κυβερνείου συνέκειτο εκ δωματίων εννέα και ενός διαδρόμου. Η αίσθησις ην εμποιεί η επίσκεψις αυτών είνε τι πλέον ή αλγεινή. Ο οίκος εχρησίμευσε μετά την κρητικήν επανάστασιν μέχρι του 1873, ως άσυλον εκατοστύων Κρητών προσφύγων. Αν ο Καποδίστριας έζη, η φιλεύσπλαγχνος ψυχή του ήθε­λε χαρή, ότι ο οίκος αυτού έγινεν ιερόν της φιλανθρωπίας, αλλ’ αν έβλεπε και την ερειπίωσιν, εις ην περιήγαγε την σεμνήν εκείνην στέ­γην ο συνωστισμός των πενομένων και απατρίων τέκνων της μάρτυρος Νήσου, το εν αυτώ έμφυτον αίσθημα της ευνομίας και της τάξεως ήθελεν εξαναστή, και ο αγαθός Μπαρμπαγιάννης ήθελεν αίφνης εκτραπή οργίλος εις τινα των εκφράσεων εκείνων, αίτινες απεδείκνυον οπόσον επαθαίνετο εκ της περί αυτόν επαναστατικής ακοσμίας των κυβερνωμένων. Πλείστοι των τοί­χων έχουσι καταρρεύσει καθ’ ολοκληρίαν και φαίνονται τα υποβαστάζοντά ποτε τον πηλόν ξύλα κεκαυμένα, αλλαχού λείπει αυτή η στέγη. Αι ύαλοι των παραθύρων είνε τεθραυσμέναι. Εν τω ακαθάρτω, ενιαχού διερρωγότι πατώματι είνε συνεσωρευμένα αλλαχού ξύλα, αλλαχού άχυρα και παλαιά υποδήματα και σαπρία και κόπρος. Η αράχνη υφαίνει ακώλυτος απαντα­χού τον ιστόν της, μόνη δεσπότις εν μέσω της άγριας εκείνης ερημώσεως.

 Και όμως οποία η αντίθεσις του ελεεινού πα­ρόντος προς τους χρόνους καθ’ ους περιέβαλλε τα δώματα εκείνα ως αγαθός τις δαίμων η οικουρός στοργή του Κυβερνήτου. Δεν ήτο κτίριον πολυτελές βεβαίως τό Κυβερνείον, αλλά δια­κρίνει πας τις μεθ’ όποιας επιμελείας και φιλο­καλίας άμα, είχε διακοσμήσει αυτό ο Καποδίστριας. Φαίνονται ακόμη αι διά των μελιταίων λεγομένων πλακών λιθοστρώσεις του δαπέδου, αίτινες ενιαχού προςλαμβάνουσι τύπον καλλωπιστικώτερον και είνε διατεθειμέναι επί το καλλιτεχνικώτερον. Την δ’ εν κομψότητι άμα και απλότητι διασκευήν του Ιδρύματος δεικνύει αυ­τό το γραφείον του Κυβερνήτου, ευτυχώς διασωζόμενον καλλίτερον των άλλων δωματίων. Κείται τούτο αριστερά τω ειςερχομένω. Το ορόφωμα διασώζει τα ξύλινα αυτού φατνώματα, ποικιλλόμενα εν τω μέσω της αιθούσης διά με­γάλου ρόδακος. Σώζεται ακόμη ό κρίκος εξ ου εκρεμάννυτο πιθανώς ο λαμπτήρ ο φωτίζων τας υπέρ του έθνους αγρυπνίας του Άρχοντος. Τα δε παράθυρα φέρουσιν έξωθεν χαράσια, κατά τον τρόπον της τουρκικής οικοδομίας. Η είσοδος εις το δωμάτιον τούτο φέρει αλη­θείς συγκινήσεις. Αλλ’ όπόσον συγκινητικώτερον θα ήτο, αν ο οίκος διετηρείτο ευσταλής και ως ήρμοζεν, αν εις το γραφείον τούτο ήθελον συγκεντρωθή ως κειμήλια άπαντα τα σωζόμενα έπιπλα και ενδύματα του Κυβερνήτου και πάσα ανάμνησις του ανδρός δυναμένη να δώση ζωήν εις τους αφώνους εκείνους τοίχους.

 Ο πενιχρός οικίσκος, εν ω ό Σχίλλερος (σ.σ. SCHILLER) έγρα­ψε το «εις την χαράν» λυρικόν αυτού ποίημα, δεικνύεται ευλαβώς εις τούς περιηγητάς εν τω Gohlis παρά την Λειψίαν, καί φυλάσσονται εν αυτώ ως προσκυνήματα η τράπεζα του ποιητού και ολίγα αυτόγραφά του και εντός πλαισίου εκτεθειμένου εν εσωκάρδιον του λυρωδού. Οπόσον αξιώτερον θέας θα ήτο το σεμνόν γραφείον του πρώτου άρχοντος της ελευθέρας ελληνικής πολιτείας, εν ω έγραψε τοσαύτα χρυσά βήματα και ηγρύπνησε τοσαύτας αγωνιώδεις νύκτας εργαζόμενος υπέρ της ευημερίας της πατρίδος !

Εν τη αυλή του Κυβερνείου εύρηται εγκεχωσμένος σιδηρούς ακμών, όςτις ουχ ήττον του κτιρίου το οποίον δι’ ολίγων περιέγραψα, συν­δέεται αμέσως προς την ιστορίαν της νέας Ελλάδος. Ο σίδηρος εκείνος είνε το μόνον σωζόμενον λείψανον των μηχανών του νομισματοκο­πείου του Κυβερνήτου. Εκεί λοιπόν εκόπτοντο οι «φοίνικες» και τα χαλκά νομίσματα της πρώτης ελευθέρας ελληνικής πολιτείας. Η κάμινος εν η ανελύετο το μέταλλον έκειτο εν τοις ισογείοις του Κυβερνείου, εκεί όπου τώρα κατοικεί ο κλητήρ. Η μόνη ιστορική παράδοσις η ζωογονούσα το ερείπιον είνε η περί «του φούρνου όπου χυνόταν το μπακίρι».

 Αλλ’ ο εν τη αυλή του Αιγιναίου Κυβερνεί­ου σωζόμενος εκείνος ακμών του πρώτου ελληνι­κού νομισματοκοπείου έχει παλαιάν και περίερ­γον την ιστορίαν. Είνε τό τελευταίου λείψανον των μηχανημάτων του νομισματοκοπείου του τάγματος των Ιπποτών της Ρόδου. Καθιδρύων ο Καποδίστριας τα ελληνικά πράγματα, είχεν αποστείλει τον φίλον αυτού Αλ. Κοντόσταυλον εις Μελίτην, όπως εξαργυρώση το ύπό της ρω­σικής κυβερνήσεως διά συναλλαγματικών πλη­ρωτέων εις Λονδίνου σταλέν είς τον Κυβερνήτην ήμισυ εκατομμύριου πουβλίων. Εκείθεν δ’ εκόμισεν ο Κοντόσταυλος εις Αίγιναν και τα προς εκκοπήν νομισμάτων μηχανήματα των Ιωαννιτών, οίτινες μετά την άλωσιν της Ρόδου υπό του Σουλεϊμάνου, πλανηθέντες επί τινα έτη, είχον τέλος εγκαταστή τω 1530 εις την Μελίτην (σ.σ. Μάλτα), παραχωρηθείσαν αυτοίς υπό του αυτοκράτορος Καρόλου του πέμπτου. Ηγόρασε δ’ αυτά ο Κοντόσταυλος αντί του ευτελούς τιμήματος εκατόν λιρών στερλινών. Ούτω δε τα αυτά εργα­λεία δι’ ων είχον κοπή εν Ρόδω νομίσματα υπομιμνήσκοντα την υπό ξένων δεσποτών, κατά τούς μέσους αιώνας, κατοχήν της ελληνικωτάτης νήσου εχρησίμευσαν όπως κατασκευασθώσιν οι «φοίνικες» και οι οβολοί της αναγεννηθείσης Ελλάδος, και δη εν αυτή εκείνη τη Νήσω, όπου, αρχομένου του εβδόμου προ Χρίστου αιώνος, είχον κοπή επί Φείδωνος τα πρώτα νομίσμα­τα της αρχαίας Ελλάδος, αι περιώνυμοι αιγιναίαι «χελώναι».

 Ουδεμία αναμνηστική επιγραφή έξωθεν του Κυβερνείου διδάσκει ημάς τον χρόνον καθ’ ον εκτίσθη. Ουδέ τούτο καν γνωρίζομεν, αν, όπερ πιθανώτερον, ωκοδομήθη επίτηδες ή διεσκευάσθη ως διοικητήριον καταλλήλως παλαιοτέρα τις, ήδη υπάρχουσα οικία. Η Αίγινα δεν είνε πόλις παλαιά. Καθ’ ον χρόνον έστησεν εκεί την έδραν της διοικήσεως ο Κυβερνήτης τον Ιανου­άριον του 1828, η Αίγινα μόλις ηρίθμει τριών δεκάδων βίον και αι μεγάλαι εν αύτη οικίαι ήσαν πάνυ ολίγαι. Η Αίγινα κατά τούς χρόνους της Τουρκοκρατίας δεν έκειτο εκεί όπου είνε τώρα συνοικισμένη η πόλις κατά τας βορειοανατολικάς ακτάς της νήσου παρά την θέσιν όπου έκειτο η αρχαία πόλις. Οι Αίγινήται μόλις τελευτώντος τού δέκατου ογδόου αιώνος, ολίγα μόνον έτη προ του 1800, ήοχισαν καταβαίνοντες εις εκείνον τον αιγιαλόν εκ της εγκαταλειφθείσης Παληαχώρας, ης σώζονται τα ερείπια εν μέσω πλήθους εκκλησιών μίαν και ημίσειαν περίπου ώραν από της σημερινής πόλεως κατά την οδόν την εξ αυτής άγουσαν εις τα ερείπια του αρχαίου ναού της Αθήνας (σ.σ. Ναός Αφαίας). Τα πρώτα δε κτίρια, τα κτισθέντα κατά την ση­μερινήν παραλίαν ολίγον προ τού 1800, ήσαν κατά τας διηγήσεις Αιγινητών γερόντων τρία μαγαζεία, το του Ν. Λογοθέτη, το του Μιχαλάκη Μοίρα και το του Λιμπεροπούλου. Πλην δε τούτων υπήρχεν ήδη κατά τους αυτούς χρόνους και ο οίκος της δημογεροντίας. Τω δε 1802 έχτισεν ο Σπυρίδων Μαρκέλλος, πάππος του εξ Αιγίνης πρώην βουλευτού, τον και ήδη σωζόμενον πυργοειδή αυτού οίκον, βορείως δ’ αυτού σχεδόν συγχρόνως έκτισεν ο κτήτωρ του μαγαζείου Λιμπερόπουλος οίκον και πλην των δύο τούτων ωκοδομήθη ο οίκος του ιατρού Θωμά Ζωγράφου. Ούτοι ήσαν οι πρώτοι οικισταί της Αίγίνης, αρχομένου του καθ’ ημάς αιώνος. Κατ’ ολίγον δε ήρχισαν οίκοδομούντες και άλλοι, ούτως ώςτε κατά την άφιξιν του Καποδιστρίου, η Αίγινα ήδύνατο να ρηθή ότι είχεν όψιν πόλεως. Αλλ’ ολίγοι όμως ήσαν οι μεγαλοπρεπείς οίκοι της νέας μητροπόλεως της Ελλάδος, εξ ων επιφανέστεροι οι του Τρικούπη και του Κοντοσταύλου. Ο Καποδίστριας, γράφων τη 27 ’Ια­νουάριου 1828 προς τον στρατηγόν Αδάμ εις Κέρκυραν, έλεγεν αυτώ  «λυπούμαι, στρατηγέ μου, ότι δεν δύναμαι να προςφέρω εις τον γραμματέα σας ουδέν τερπνότερον εν ταύτη τη Νήσω, ων και εγώ κατεσκηνωμένος εν κοινή και ίση και μόνη απολαύσει, της του καλού αέρος και θερμοκρασίας ηδίστης». Ο δε Νικό­λαος Δραγούμης διηγείται εν ταις Ιστορικαίς αυτού Αναμνήσεσιν, ότι πλην των κατεχόντων τας τρεις ή τέσσαρας μεγαλοπρεπεστέρας οικίας, οι λοιποί ενεφώλευον, ως αληθείς διάδοχοι των Μυρμηδόνων, εις ισόγαια, κλίνην έχοντες το χώμα και έπιπλα τα δερμάτινα δισάκκια, τους πιστοτάτους τούτους συντρόφους των συμφορών αυτών και περιπλανήσεων, κρεμάμενα από μα­κρών ξύλινων ήλων επί μαυρωπών τοίχων, και σκεύη τραπέζης πινάκια βαναυσουργή, εστερημένα χειλέων και οδοντωτά, εις ά μετέχεον ανυπόμονοι από κοχλαζούσης διώτου χύτρας φακάς ή φασήλους. Και όμως, ποοςθέτει, ήσαν πανευδαίμονες καί εμακάριζον εαυτούς, διότι τότε πρώτον μετά τοσαύτα έτη έτρωγον ακατα­δίωκτοι καί αδάκρυτοι τον άρτον αυτών.

 Δεν γνωρίζομεν ακριβώς τον χρόνον καθ’ ον κτισθέντος του Κυβερνείου ιδρύθη εν Αιγίνη αξιοπρεπής έδρα της διοικήσεως, ενώ συγχρό­νως η πόλις εκοσμείτο υπό του Κυβερνήτου διά του Ορφανοτροφείου και των δημοτικών σχο­λείων, άτινα μέχρι της σήμερον υφιστάμενα μαρτυρούσι τρανώς τον υπέρ των κοινών πρα­γμάτων ζήλον αυτού. Αλλά βεβαίως και μετά την οικοδόμησιν του παλατιού δεν απέβη τούτο, το κέντρον του κοινωνικού βίου της πρωτευούσης. Τουλάχιστον βλέπομεν, ότι τω 1829, πανηγυριζομένης της κατά τον μήνα Μάιον ανακτήσεως του Μεσολογγίου, το εθνικόν ευτύχημα εωρτάσθη εν τω οίκω του Τρικούπη δι’ ευθυμίας, ην μετά μεγίστης χάριτος διηγείται ο Δραγούμης, περιγράφών την υπέροχον εμφάνειαν της οικοδεσποίνης καί τον υπό τους ήχους του Φλογαΐτου χορόν καί τα άσματα του κιθαρω­δού Σκούφου και την εμμελή του Κοκκινάκη κιθαρωδίαν. Πολυτελέστερος δε της υπουργικής εορτής υπήρξεν ο εν τω ευρεί και κομψώ οίκω του ’Αλεξάνδρου Κοντοσταύλου προς τιμήν του Γάλλου στρατηγού Μαιζών τελεσθείς χορός, δι’ ον και έντυποι είχον διανεμηθή προςκλήσεις. Αλλ’ αν ο οίκος του αγάμου Κυβερνήτου δεν διεκρίνετο διά τήν παρεχομένην εν αυτώ ψυχα­γωγίαν εις τους άστούς της Αίγίνης, οι έγκρι­τοι των τότε Ελλήνων εγνώριζον καλώς, ότι εν αυτώ δεν έχαλκεύετο μόνον το νόμισμα, όπερ έφερεν ως σύμβολον της άναγεννηθείσης Ελλά­δος τον «φοίνικα», αλλά και παρεσκευάζετο εν αγώνι πνευματικής ενεργείας η ανάπλασις της εκ των δεσμών της δουλείας λυτρωθείσης πα­τρικός υπό την φιλόπατριν διοίκησιν του Καποδιστρίου.

 


Σήμερον, ουδέν ενθυμίζει εν Αιγίνη τον Κυ­βερνήτην. Μόνη η κυβέρνησις, μεταπλάσασα εις φυλακάς το ευρύ Ορφανοτροφείον, εσεβάσθη τον έξωθεν αυτού αναμνηστικόν επί λίθου πίνακα τον μαρτυρούντα, ότι το μέγα εκείνο οικοδό­μημα εκτίσθη υπό του Καποδιστρίου. Αλλ’ η δημοτική αρχή, χρίουσα εκ νέου την δημοτικήν σχολήν την υπ’ εκείνου κτισθείσαν, αφήκε τον χρωστήρα του κονιατού (σ.σ. ειδικού τεχνίτη «σοβατζή») να επικαλύψη απειροκάλως και αυτόν τον λίθον, εφ’ ου ενεγράφετο το όνομα του φίλου της παιδείας κτίστου (σ.σ. πιθανότατα εννοούσε το προκαταρκτικό σχολείο, σήμερα Δημοτικό "Θέατρο", όπου, πράγματι, δε γνωρίζω να σώζεται κάποια επιγραφή). Το δε Κυβερνείον κινεί, ως είδομεν, τον οίκτον του επισκέπτου. Η φιλοτιμία των Κερκυραίων ας διδάξη τους Αιγινήτας.  Αν ο Καποδίστριας είνε της Κερκύρας υιός, αλλά της Αίγίνης δύναται να ονομασθή πατήρ και οικιστής. Ας δείξωσιν, ότι αισθάνονται όποια κειμήλια εκ των πρώτων χρόνων της ελληνικής ελευθερίας εγκλείει ή νήσος αυτών και ας μεταβάλωσιν εις προσκύνημα των Ελλήνων ό,τι σήμερον είνε θέαμα ανάξιον ανδρών ελευθέρων.


Σπυρίδων Π. Λάμπρος

                          

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022

ΔΙΑΦΘΟΡΑ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΙΓΙΝΑ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ

 

Ο Άγιος Γεώργιος ο Καθολικός

    Σχεδόν όλοι μας, οι επισκεπτόμενοι τη βυζαντινή Παληαχώρα, γνωρίζουμε το Ναό του Αγίου Γεώργιου του «Καθολικού», που βρίσκεται στην άλλοτε κεντρική πλατεία της κοινωνικής ζωής της τότε Χώρας, το «'Φόρο' ή 'πλάστα'». Γι’ αυτό και η ονομασία του Ναού, πριν μετονομαστεί επειδή φιλοξένησε την κάρα του Αγίου Γεωργίου για αρκετό διάστημα, ήταν «Παναγία η Φορίτισσα»*. Ο Ναός αυτός είναι και ο μοναδικός που έχει υποστεί ολοκληρωμένη επιστημονικά συντήρηση, προ 15 περίπου ετών, μετά από συγχρηματοδότηση του Ιδρύματος Λεβέντη, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Παναιγινήτικης Επιτροπής για τη διάσωση της Παληαχώρας.

(* Σύμφωνα με τις πηγές, η αρχική ονομασία του ναού ήταν Παναγία η "μεσοσπορίτισσα")

    Κάθε φορά που περνάμε από τον Άγιο Γεώργιο, λοιπόν, η ματιά σίγουρα θα σταθεί στην επιγραφή του 1533, με λατινικούς χαρακτήρες, χαραγμένη σε πωρόλιθο και τοποθετημένη πάνω από την είσοδο. 

    Ίσως, αρκετοί γνωρίζουμε ότι αυτή η επιγραφή έχει σημασία σημειολογική και ιστορική, γιατί ήταν η τελευταία δημόσια ανάμνηση της μεσαιωνικής «Χώρας», μιας και τέσσερα περίπου χρόνια μετά, η Πρωτεύουσα θα μετατρεπόταν σε σωρό καπνισμένων και ματωμένων ερειπίων από τις δυνάμεις του  Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα. Θλιβερό γεγονός, που έδωσε στην μετέπειτα ανοικοδομημένη Πόλη το σημερινό όνομα «Παληα-Χώρα». 





    Η επιγραφή αυτή αναγράφει σε μετάφραση: «Εις τας ημέρας του συνδίκου ενδοξοτάτου κυρίου Αντωνίου Βαρβάρου, τιμιωτάτου συμβούλου της Νεαπόλεως Ρωμανίας, εις την πρώτην Απριλίου 1533». Στο κέντρο υπάρχει το βενετικό οικόσημο της οικογένειας Μπάρμπαρο (d’argent, au cyclamore de gueules), διακοσμημένο με ένα κανάτι, που σύμφωνα με την άποψη του ερευνητή Γκητάκου (1957), μετέπειτα προστέθηκε από το Μπαρμπαρόσσα, γιατί ήταν γιος κανατά. (ευχαριστώ τον κ. Δ. Καμήλο για τη βοήθεια)

    Λιγότεροι όμως σίγουρα, γνωρίζουμε ότι η επίσκεψη του απεσταλμένου από τις βενετικές αρχές του Ναυπλίου Βενετού αξιωματούχου, που ήταν και ο λόγος κατασκευής της επιγραφής αυτής, ήταν η διερεύνηση σοβαρών καταγγελιών περί διαφθοράς των τοπικών αρχόντων, που μάλλον ήταν τόσο εκτεταμένη, ώστε προκάλεσε διαδηλώσεις του Λαού της εποχής εκείνης. 

    Ας δούμε τα όσα εντυπωσιακά αναφέρει ο Ουίλιαμ Μίλερ* στο κλασσικό σύγγραμμά του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑΣ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ» (1908 - ελληνική έκδοση 1960), στηριζόμενος στα ημερολόγια του Βενετού ιστορικού Μάριο Σανούτο, για το θέμα μας:


« …  (Το Νησί της Αίγινας) είχε καταληστευτεί από τούς στυγνούς διοικητές στο διάστημα των τελευταίων τριάντα χρόνων της Βενετσιάνικης κυριαρχίας. Το Νησί ήταν απομακρυσμένο και μοναχικό, οι Βενετσιάνοι ευγενείς ήταν απρόθυμοι να πάνε σ’ αυτό, όπως οι σημερινοί ’Ιταλοί υπάλληλοι δεν πηγαίνουν μ’ ευχαρίστηση στη Σαρδηνία. Από δω μπορούμε να εξηγήσουμε το δυσανάλογο αριθμό των κακών διοικητών σ’ αυτή την περίοδο της ιστορίας του. Τρεις «ρέκτορες» της Αίγινας τιμωρήθηκαν αυστηρά για τις άδικες πράξεις τους, και έ­χουμε μια γραφική διήγηση της υποδοχής πού έγινε, από τους ταλαιπωρη­μένους Αιγινήτες, στον «καπετάνο» της Ναυπλίας που είχε έρθει να κάνει ανάκριση για τη διοίκηση ενός απ' αυτούς τους ένοχους. Μας λέει, πως όλος ο λαός μαζεύτηκε στην πλατεία της Παληαχώρας κραυγάζοντας «Δικαιοσύνη! Δικαιοσύνη! Μάρκος! Μάρκος!», πως είχαν δώσει ένα σάκο γεμάτο έγγραφα, που καθόριζαν τα δικαιώματά τους, στο «ρέκτορα» και πως αυτός είχε επιστρέψει τα πολύτιμα χαρτιά φαγωμένα από τα ποντίκια και κομματιασμέ­να και πως είχε αδιαφορήσει για το παλαιό τους δικαίωμα να εκλέγουν ένα νη­σιώτη, για να κρατάει ένα απ’ τα κλειδιά του χρηματοκιβώτιου και πως απείλησαν να εγκαταλείψουν το Νησί ομαδικά με τον Επίτροπο, ώσπου να επανορθωθούν οι αδικίες που τους έγιναν. Μια λατινική επιγραφή πάνω απ’ την πόρτα της λατινικής εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου στην Παληαχώρα, το οικόσημο του σύμβουλου της Ναυπλίας που πήγε εκεί και μια στάμνα κάτω απ’ αυτά απαθανατίζει την τελευταία, απ’ αυτές τις επιθεωρήσεις στα 1533…»

     Λίγα χρόνια μετά, ήρθε η καταστροφή της βυζαντινής Πρωτεύουσας της Αίγινας, που παρά την μερική ανοικοδόμησή της αρκετά χρόνια αργότερα, ποτέ δεν ξαναβρήκε την παλιά της αίγλη και μεγαλοπρέπεια.

ΠΗΓΕΣ: Για την εργασία αυτή χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από μελέτες ή εκδόσεις των Ουΐλιαμ Μίλερ, Νικολάου Μουτσόπουλου, Μιχαήλ Γκητάκου, Νεκτάριου Γ. Κουκούλη, Χαράλαμπου Πέννα και "Ελληνικής Εταιρείας". 

 *Αξίζει να σημειωθεί και κάτι σίγουρα άγνωστο, ότι μελετώντας σύγγραμμα της ιστορικού Αλεξάντρας Κραντονέλλη για την πειρατεία επί Τουρκοκρατίας (Εστία, 1985), μάθαμε ότι, κατά το ταξίδι της επιστροφής του Αντόνιο Μπάρμπαρο, το πλοίο του έπεσε θύμα πειρατείας και ο ίδιος θύμα απαγωγής, για διεκδίκηση λύτρων. Μια ιστορική λεπτομέρεια άσχετη μεν με το θέμα του άρθρου, αλλά που θεωρήσαμε ότι άξιζε να αναφερθεί. 


Δευτέρα 2 Μαΐου 2022

ΔΙΑΚΟΠΑΙ ΕΙΣ ΑΙΓΙΝΑΝ, ΕΝ ΕΤΕΙ 1919 !!!

                                           ΑΠΟΨΗ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΑΙΓΙΝΑΣ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 1920  *                                                                                                                 
    'Ενα "επιστολικόν δελτάριον μετ' απαντήσεως", που εντοπίστηκε τυχαία στο διαδίκτυο, σταλμένο τον Ιούνιο του 1919 από το "Τηλεγραφικόν Γραφείον Αιγίνης" μας μεταφέρει στις συνθήκες της παραθεριστικής Αίγινας, εκείνων των καιρών. Συντάκτης και αποστολέας της επιστολής ο κύριος "Νίκος", αγνώστων λοιπών στοιχείων και αποδέκτης η κ. Αγγελική Τρουπάκη, κάτοικος οδού Τροίας εις τας Αθήνας, αγνώστων σχέσεων με τον κύριο Νίκο. Η παραστατικότητα της περιγραφής και το ευανάγνωστο κείμενο, ήταν σημαντικά κίνητρα για να τη μοιραστούμε και να κάνουμε χρονοτάξιδο. Στις λίγες γραμμές της επιστολής ανακαλύπτουμε κοινωνικά στοιχεία της καθημερινότητας, ορισμένα από τα οποία υφίστανται και σήμερα, έναν αιώνα μετά, αλλά και ιστορικά στοιχεία, όπως την ύπαρξη προσφύγων "εκ Ρωσίας και Ανατολής", θέμα που έχουμε θίξει σε άλλη μας δημοσίευση και την αναφορά στην συνθήκη των Βερσαλλιών, που τερμάτισε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακολουθεί πιστή μεταφορά του κειμένου χωρίς σχολιασμούς, συμπεράσματα, συγκρίσεις και συνειρμούς και δυστυχώς χωρίς πολυτονική στίξη :  

" Εν Αιγίνη τη 16η Ιουνίου 1919:                                                                                 Αγγελική μου, μετά πολλάς δυσκολίας επέτυχα να εγκατασταθώ χθες εις δύο δωμάτια -ων το εν πολύ μικρόν- μετ' επίπλων και περιποιήσεως. Το ενοίκιον συνεφωνήθη εις 200 δρχ μέχρι της 1ης Οκτωβρίου, καθ' ην τελειώνει η θερινή εποχή, δια την οποίαν γίνονται  πάντοτε ειδικαί ενοικιάσεις και δι' εκείνας ακόμη τα οικίας, αίτινες από του χειμώνος είναι ενοικιασμέναι.  Οπωσδήποτε είμαι ευχαριστημένος. Προτιμώ να πάτε εις Ελευσίνα. Εκεί θα έχετε μεγαλυτέραν ελευθερίαν, ευρύτερον κύκλον και περιβάλλον συγγενικόν και ενδιαφερόμενον δια σας. Εδώ οι εσωτερικοί δρόμοι είναι στενοί (άνω τελεία) τα παιδιά θα περιορίζονται οίκοι καθ' όλην την ημέραν. Τα τρόφιμα είναι ακριβά. Υπάρχουν πολλοί πρόσφυγες εκ Ρωσίας και Ανατολής. Εμόρφωσα γνώμην, ότι δεν πρέπει να έλθητε. -Μετά τον Ιούνιον δύνασθε να έλθητε και έρχεσθε διά μίαν ημέραν. Συγκοινωνία είναι σχεδόν καθ' εκάστην.- Γράφετε. Πώς πηγαίνουν οι διαγωνισμοί των παιδιών; Μετά το ευτυχές γεγονός της υπογραφής της ειρήνης ελπίζω να μην βραδύνωμεν. Σας φιλώ όλους. Νίκος "

*Πηγή φωτογραφίας: Αρχείο Γρ. Βαφιαδάκη, Ε.Λ.Ι.Α. 



Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2017

Νεκτάριος Γκαρής: Το τελευταίο αντίο στον τελευταίο κανατά της Αίγινας.

" Έχετε γεια, ψηλά βουνά, ο Νεχτάριος δε θα ξανάρθει για χώμα", αναφώνησε η χαροκαμένη μάνα, κοιτάζοντας προς το λόφο του Αγίου Θωμά, συνήθη τόπο λήψης αργίλου για τους παλιούς κανατάδες του Μεσαγρού, καθώς θαβόταν ο γιος της. Ήταν ο τόπος όπου "χώνονταν στις σπηλιές, παίρνανε χώμα και το κάνανε μάλαμα", όπως είπε. Δυσαναπλήρωτο το κενό που δημιουργεί η απώλεια του Νεκτάριου Γκαρή, του τελευταίου των παραδοσιακών αγγειοπλαστών της Αίγινας. Θα λείψει ως άνθρωπος, πρώτα, από τους οικείους και συγγενείς του αλλά και από την τοπική κοινωνία, της οποίας ήταν σημαντικό κομμάτι στον Πολιτισμό και τη Λαογραφία. Κατά τη διάρκεια της κηδείας, με φωνή τσακισμένη από τη συγκίνηση, μέλος της Οικογένειας εκφώνησε ένα επικήδειο λόγο, που τα λέει ΟΛΑ. Μας τον εμπιστεύτηκαν και τους ευχαριστούμε. Με την άδεια τους τον δημοσιεύουμε. Πρέπει να αναγνωσθεί από όλους μας, ως ένα ύστατο ΑΝΤΙΟ και φόρος ΤΙΜΗΣ.
Ας είσαι αείμνηστος, Νεκτάριε!!!

"Κάτω από τον ναό της Αφαίας, το τελευταίο καμίνι έσβησε για πάντα. Εκεί, στο δρόμο προς το Μεσαγρό βρισκόταν η τελευταία ζωντανή μαρτυρία μιας παράδοσης με αρχέγονη γνώση, της αιγινήτικης αγγειοπλαστικής. Ο Νεκτάριος Γκαρής, ο τελευταίος τεχνίτης των περίφημων κανατιών της Αίγινας, δεν είναι πια ανάμεσά μας.
Ο τελευταίος που ασκούσε την πανάρχαια αυτή τέχνη, φτιάχνοντας ο ίδιος την πρώτη ύλη του και όχι παραγγέλνοντάς την από το εξωτερικό.
Εχθές το καμίνι σου με τα ξύλα έβγαλε την τελευταία του σπίθα, αλλά η μορφή σου εξακολουθεί και σιγοκαίει στις καρδιές μας , κρατώντας τη μνήμη σου ζωντανή.
"Δε θέλω να σκέφτομαι ότι μαζί με εμένα τελιώνει και η τέχνη που ξεκίνησε εδώ και 3.000 χρόνια", είχες πει σε μια συνέντευξή σου.
Ξεκίνησες να ασχολείσαι από μικρό παιδί. Αγγειοπλάστης ήταν κι ο πατέρας σου, από εκείνον έμαθες τη δουλειά. Μετά το σχολείο, επέστρεφες στο εργαστήρι. Η οικογένειά σου ήταν η παλαιότερη στην Αίγινα, στον τομέα της αγγειοπλαστικής και του παραδοσιακού κανατιού, το οποίο κάποτε έβλεπες στα χέρια όλων των επισκεπτών του Νησιού. Κανείς δεν έφευγε χωρίς να αγοράσει φιστίκι και κανάτι αιγινήτικο. Η ημέρα σου άρχιζε τα ξημερώματα. Έπινες τον καφέ σου και ξεκινούσες. Σκάβοντας τη γη από το "βουνό σου", όπως έλεγες, έπαιρνες την αργιλώδη μάζα και στη συνέχεια, στεγνώνοντάς την, την έκανες πηλό. Έπειτα του έδινες μορφή, τον έκανες κανάτι, λεκάνη, στάμνα, δελφίνι και γοργόνα ή ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Με αυτές τις αναμνήσεις της ψυχής μου επέλεξα, σήμερα, να αποχαιρετήσω το Νεκτάριο Γκαρή, για το ταξίδι του στην αιωνιότητα. Η αλήθεια είναι πως δεν είναι εύκολο να πεις ΑΝΤΙΟ στον άνθρωπο με την ξεχωριστή προσωπικότητα, το σπάνιο ήθος, την αξιοπρέπεια, την ανθρωπιά, την αγάπη, το σπάνιο χαμόγελο, που τίμησε το αιγινήτικο χώμα και τη Γη μας.
Ο άνθρωπος που έδινε απλόχερα την αγάπη και με την ατόφια έμφυτη ευγένεια της ψυχής του αγκάλιαζε τον καθένα από μας, εγκάρδια και ζεστά. Ευχαριστούμε, Νεκτάριε, για αυτά που μας δίδαξες, για την αγάπη που μας πρόσφερες. Ας πάρεις μαζί σου, στη γειτονιά των αγγέλων, τη δική μας στοργή σα φυλακτό να σε φυλά. Δε θα σε ξεχάσουμε ποτέ, γιατί με τις πράξεις σου δίδαξες τι σημαίνει να είσαι πραγματικός εργάτης της Τέχνης και της Γης.
Μεγάλος ο πόνος και βαριά η θλίψη, σ' αυτόν τον ύστατο αποχαιρετισμό για όλους εμάς τους συγγενείς και φίλους, γιατί είχες το χάρισμα των ξεχωριστών ανθρώπων, που έχουν αποφασίσει ότι η ζωή αξίζει όταν δημιουργείς, όταν αισθάνεσαι, όταν αγωνίζεσαι και όταν προσφέρεις. Και όλα αυτά συγκρότησαν την εξαίρετη καλλιτεχνική και κοινωνική σου προσωπικότητα.
Ως άνθρωπος ανοιχτών οριζόντων, γενναίος και έντιμος, είχες έναν σπάνιο κώδικα επικοινωνίας με τον κόσμο. Στα μικρά καθημερινά αλλά και στα μεγάλα προβλήματα της ζωής διέκρινε κανείς το λαμπερό σου πνεύμα, διεισδυτικό και ελεύθερο, επενδεδυμένο με μια ποιητική διάθεση. Σε διέκρινε μια αφοπλιστική ειλικρίνεια. Γλυκός, με τον ήλιο της καρδιάς να φωτίζει τη μορφή σου και τα μάτια σου να λάμπουν σαν καθρέφτες της ψυχής σου. Μας ζέσταινες με το βλέμμα σου, όπως ο Αιγινήτικος ήλιος ζέσταινε τα έργα σου. Σε μια εποχή, που οι άνθρωποι γίνονται μεγάλοι με πυξίδα την ύλη, εσύ ακολούθησες την πνευματική οδό και έγινες άνθρωπος Προσφοράς και Αξίας. Στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε, εσύ επέλεξες το δρόμο της κορυφής, αυτόν που παίρνουν οι αετοί του πνεύματος και της τιμής.
ΔΟΥΛΕΨΕΣ ΣΚΛΗΡΑ ΚΑΙ ΤΙΜΙΑ.
Καλό ταξίδι, Νεκτάριε. Υπάρχουν ασφαλώς πολλές διάπλατες αγκαλιές και εκεί που πηγαίνεις, έτοιμες να σε δεχτούν. Θα πλάθεις τώρα τα έργα σου με το χώμα του Παραδείσου. Θα διδάσκεις την τέχνη σου στους αγγέλους.
Αιωνία σου η μνήμη.     
Ας είναι ελαφρύ το χώμα της Αιγινήτικης Γης που θα σε σκεπάσει. Το χώμα, που τόσο αγάπησες και δούλεψες με τα δυνατά σου χέρια."

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΗΤΙΚΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ - ΟΙ ΕΠΟΧΙΑΚΕΣ ΑΓΡΟΙΚΙΕΣ



   Σε όλη την ορεινή Αίγινα συναντάς ερείπια εποχιακών αγροικιών. Οι νοικοκύρηδες, αφού δουλεύανε "ήλιο με ήλιο", όταν τα χωράφια ήταν μακριά από το σπίτι τους, χτίζανε με πέτρα από τον χώρο, μικρά σπιτάκια όπου έμεναν ή προφυλάσσονταν από τις καιρικές συνθήκες. Σε αυτά τα οικήματα υπήρχαν μόνο τα στοιχειώδη μέσα επιβίωσης, το τζάκι, ένα κρεβάτι πέτρινο με στρώμα από άχυρα και πέτρινο τραπέζι. Τα ονόμαζαν και "γιατάκι". Η στέγη φτιαχνόταν με τον παραδοσιακό τρόπο του "λιακού", δηλαδή στο κάτω στρώμα έμπαιναν τα πατερά από ξύλο κέδρου (τσιντρού) που αφθονούσε στην Αίγινα ή καλάμια, μετά κάθετα έμπαιναν λιανόκλαδα κέδρου, από πάνω φύκια,και μετά αργιλόχωμα. Πριν το χειμώνα ανανεώνανε την "άργελο" ή το κοκκινόχωμα με νέα στρώση για να κρατήσει τα νερά των βροχών. Σε πρόχειρα οικήματα συναντάμε σπάνια και στέγη από σκέτη πέτρα και από πάνω φυσικά αργιλόχωμα. Σε δυο τρία σημεία του Μεσαγρού σώζονται και πολύ μικρά ατομικά πετρόσπιτα, όπως αυτά των Κυκλάδων.
   Τα αντικείμενα και σκεύη της καθημερινότητας ("λάτρας") τοποθετούνταν σε πέτρινες εσοχές στους τοίχους που τις λέγανε "παλεθούρες", γενήτικη φθορά της λέξης "παράθυρο" ή "παραθύρα". Η συγκεκριμένη "παλεθούρα" είναι από τα ορεινά των Αλώνων. Κρεμάγανε, επίσης, με σύρμα από το ταβάνι είτε μικρούς κορμούς είτε σανίδες, τις λεγόμενες "τάβλες" για τα τυριά και τα κρεατικά. Αν το σπιτάκι ήταν σε αμπέλια, υπήρχε και πάτημα (σώζονται αρκετά) με δεξαμενή για το μούστο, που λεγόταν "πουρλάκι". Το χώρο του πατητηριού χρησιμοποιούσαν τα καλοκαίρια (πριν τον τρύγο) και για προσωρινή αποθήκευση ρητίνης. Αν η αγροικία ήταν αγροικία καταφύγιο ρετσινάδων, τότε δίπλα υπήρχε και ιδιαίτερος λάκκος, βάθους ενός περίπου μέτρου, για το ρετσίνι, που τον έλεγαν "λουτσάρι". Στα βουνά με πεύκα υπήρχαν και πολλά σημεία απόθεσης ρητίνης (ρετσινιού) χωρίς να υπάρχει αγροικία, που τώρα έχουν χαθεί μέσα στη βλάστηση ή γεμίσει πευκοβελόνες. Στις αγροικίες, ειδικά αν ήταν σε αγκροκτήματα, υπήρχαν και μικρά πλακόστρωτα αλώνια. Στην Αίγινα υπήρχαν δεκάδες τέτοια μικρά αλώνια, μακριά από τα χωριά πάνω στα βουνά, που πολλά ανάγονται στα αρχαία και πρώτα βυζαντινά χρόνια. Τώρα έχουν εξαφανιστεί και αναγνωρίζεις το χώρο, μόνο από τον κυκλικό πέτρινο περίγυρό τους. Σήμερα, σώζονται μόνο τα μεγάλα αλώνια των χωριών. Παντού σχεδόν υπήρχαν επίσης και μικρές ή μεγάλες σουβάλες συλλογής όμβριου νερού, για το λόγο αυτό πρέπει οι περιπατητές να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, αν περπατούν εκτός μονοπατιών σε όλη την ορεινή Αίγινα. Πολλές από αυτές χρησιμοποιούνται και σήμερα από τους βοσκούς του Νησιού. Σε σημείο του Οροπέδιου Μεσαγρού συναντάμε και τη μοναδική ίσως σουβάλα με χτισμένο οίκημα στο στόμιό της. 
   Σε όλες τις αγροικίες, είδικά αν ήταν κτηνοτρόφων, υπήρχαν πέτρινα μαντριά γύρω. Αν κοντά υπήρχαν βράχοι και μικρά σπηλαιώματα, τους εκμεταλλεύονταν. Τέτοια φυσικά μαντριά συναντάμε στα ορεινά χωριά, ενώ εντυπωσιακή είναι και η "σπηλιά του Καπάκα" στο λόφο των Μύλων στο Μεσαγρό. Μοναδικό, μάλλον, στο Νησί είναι και ένα σπηλαίωμα μεγάλου βράχου, στα νότια του βουνού "Νικολάκη", που είχε μεταραπεί σε πρόχειρο καταφύγιο, μάλλον κατά τα αρχαία χρόνια.
   Αγροικίες εντελώς "απόκοσμες" συναντάμε στα χαμηλά σημεία του Βαθυπόταμου Μεσαγρού, χαμένες όμως μέσα στη βλάστηση και δυσπρόσιτες. Εκεί έμεναν Χαλδαίοι, που τους είχαν δώσει και το παρωνύμιο (παρατσούκλι) "Βαθυποταμίτες", που το συναντάμε ακόμα και σε εκλογικούς καταλόγους τελών του 19ου αιώνα. Τέλος, αν οι αγροικίες μετατρέπονταν σε μικρούς οικισμούς, κολλητά στα σπίτια χτίζονταν και εξωτερικοί ξυλόφουρνοι, που εκτός εξαιρέσεων σήμερα έχουν χαλάσει ("βουλιάξει") και σώζονται μόνο απομεινάρια. Προσεχώς θα δημοσιεύεται σχετικό φωτογραφικό υλικό μου.

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

1933: Η συνάντηση του Νίκου Καζαντζάκη με τον Renaud de Jouvenel στην Αίγινα

Ο Νίκος Καζαντζάκης με τον Renaud de Jouvenel, στην Αίγινα το 1933 (φωτ. Παντ. Πρεβελάκης)

   Ήταν καλοκαίρι του 1933, όταν ο γάλλος συγγραφέας και εκδότης Renaud de Jouvenel (1907 - 1982), με τον οποίο ο Νίκος Καζαντζάκης συνδεόταν φιλικά και επιστημονικά, για πολλά χρόνια, τον επισκέπτεται στο πρώτο σπίτι του στην Αίγινα, όπου βρισκόταν με την Ελένη Σαμίου και τον Παντελή Πρεβελάκη (1909 - 1986). Λεπτομέρειες για τη σχέση και συνεργασία των δύο συγγραφέων συναντάμε σε αρκετά άρθρα του Jouvenel σε ξένα και ελληνικά περιοδικά.  Περιγραφές για τη συνάντηση του 1933, την Αίγινα της εποχής, καθώς και ένα ποίημα του Γάλλου, αφιερωμένο στον Καζαντζάκη με τίτλο "Νίκος", δημοσιεύτηκαν σε τεύχη του περιοδικού "ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ", από όπου και αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα. Αρχικά, πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιγραφή των πρώτων εντυπώσεων του Jouvenel από την άφιξη στο Νησί και στο τότε σπίτι του Καζαντζάκη. Γράφει:
 
" ... Στην Αίγινα, μικρό λιμάνι, γεμάτο βάρκες και ζωηρόχρωμα φρούτα, υπήρχε ένα ξενοδοχείο με τέσσερα – πέντε δωμάτια, που κόστιζε 4 φράγκα το καθένα και ο ξενοδόχος διάβαζε Οράτιο! Στ΄ αλήθεια, σου μιλούσαν μια γλώσσα τόσο ζωντανή, τόσο γεμάτη εικόνες, που έμοιαζε λυρική. Το σπίτι του Καζαντζάκη ήταν ένα είδος bungalow (μπαγκαλόου), ήτανε μικρό και παλιό, όπως μου το είχε περιγράψει. Μαζύ του ήτανε η Ελένη Σαμίου, που θα γινότανε γυναίκα του και ο Πρεβελάκης, πάντα σκυμένος στον Γκρέκο του. Για να φτάσης ως εκεί, έπρεπε να πάρης τα΄αμάξι που το έσερνε ένα γέρικο άσπρο άλογο και να προχωρήσης χοροπηδώντας επάνω στο στενό δρόμο, γεμάτο πέτρες και σκόνη, μέσα σ’ έναν ήλιο που πρέπει να τον έχεις υποστή για να καταλάβης τη δύναμη της ακτινοβολίας του! Καταμεσήμερα, ανάμεσα στον ουρανό και τη θάλασσα η γη φλεγότανε κάτω από τον ήλιο, που λαμποκοπούσε εκτυφλωτικά. Αν έβγαζες το χέρι σου από το παράθυρο, ένοιωθες σαν να το έβαζες σε φούρνο. Δεν μπορούσες να βγης έξω από το σπίτι, που από τα κλειστά παντζούρια ξεγλυστρούσαν μερικές περιπλανώμενες κηλίδες ήλιου και που βασίλευε η σιωπή γύρω απ’ τον σκεπτικό Καζαντζάκη, τον βυθισμένο στον εσωτερικό του κόσμο και την πίπα του … " (μτφρ Μαρίας Οικονόμου - Τσακίρη)
   Ακολουθεί ένα εξαιρετικά λυρικό και ενδιαφέρον ποίημα του Jouvenel, με τίτλο "ΝΙΚΟΣ", που δημοσιεύτηκε στη "ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ", τον Ιούλιο του 1965:
Ολόφωτος απ’ τ’ όραμά του,
το Πάθος του άλλου σμιγμένο με το δικό του
καθώς το αίμα του Χριστού με του χριστιανού την πίστη,
στη γης απάνω προχωρούσε
σαν καράβι που σκίζει των ανθρώπων τα κύματα,
μεταρσιωμένος στο έπακρο
από τον πυρετό της προφητείας,
πιστεύοντας στον άνθρωπο που γίνεται θεός,
συνεπαρμένος από τη χίμαιρά του.
Γελούσε πέρα απ’ τα λόγια που άκουγε,
Ωστόσο κουβαλούσε το βάρος μας,
την απουσία της συνείδησης
αγγέλων που ξεπέσαν απ’ τον προορισμό τους.
Κι έκοβε ίσια, σαν το κοράκι της πλώρης,
χωρίς ορατά εμπόδια στη ρότα του,
για τον ιδανικό κόσμο που μάντευε.

Η λάμψη της ματιάς του
ζωντανή λόγχη,
η φωτιά του απόλυτου,
η ακατέργαστη δίψα
κι ο ουρανός του Ολύμπου.

Αίγινα.
Άσπρο νησί πεσμένο σα γλάρος στη θάλασσα,
ήλιος ελληνικός, γυμνότητα,
πρώτοι, αρχέγονοι χρόνοι.
Ο Νίκος μ’ ανοιχτά μάτια κι όμως βυθισμένα.
Το ντόμπρο, βροντερό γέλιο, πρόκληση αιώνια!
Με ακροαζόταν να μιλώ, μα μπορεί να ‘ταν ο αντίλαλος,
που άκουγε να ηχεί,
απ’ τη ζωή που είχε αρνηθεί στον εαυτό του.

Ο Νίκος.
Με τ’ αλαφρό πάτημα της γίδας στα βουνά του κόσμου,
παγιδεμένος από την αναζήτησή του,
μα σαν αυτός
που η πιο πύρινη μέρα δεν μπορεί να τον θαμπώσει.

Ο Νίκος.
Η Κρήτη στην καρδιά του, η Ισπανία στο αίμα του
ελιά χυμό γεμάτη που υψώνει τα ξερά χέρια της
πάνω απ’ τις χώρες, στη δυστυχία των ανθρώπων,
φωτοκαμένος απ’ τον πόθο του,
περίσσια μεγάλος για το κελί όπου τον είχαν στριμώξει,
πάντα στο παράθυρο,
πάντα βιγλίζοντας τη θάλασσα,
πάντα χαμένος στο μύχιο εαυτό του,
όπου ερχόταν ο ορίζοντας ν’ ανανεώσει την ψυχή του.
Χριστός φορτωμένος στο σταυρό του,
όμως χωρίς να το δείχνει σε τίποτα,
παντού και πουθενά οικείος και ξένος,
ιππότης δίχως πανοπλία
κι όμως τοιχογυρισμένος
στο μέσα ποταμό του,
ηφαίστειο πεινασμένο για σιωπή και για αγάπη,
ολοζώντανο μέσα στη στάχτη του,
που κάποιος άνεμος θα ‘πρεπε να την πάρει
να την κρεμάσει πάνω απ’ τα κεφάλια μας
και να κάμει το θρύλο του τραγούδι. "
Ο Νίκος Καζαντζάκης με τον Παντελή Πρεβελάκη (1933)
 Η φιλία του Καζαντζάκη με τον Jouvenel συνεχίστηκε ως το θάνατο του πρώτου και ενδιαφέρον παρουσιάζει η δημοσιευμένη αλληλογραφία τους. Για την πατρίδα Κρήτη, του έγραφε:  
«Όταν γράφω για την Κρήτη δεν έχω παρά ν’ αντιγράψω την καρδιά μου. Η πένα μου δεν την προφταίνει.»
 
Έρευνα - Επιμέλεια κειμένου: Νεκτ. Γ. Κουκούλης
Πηγές: Η περιγραφή και το ποίημα από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, φωτογραφίες με τον Καζαντζάκη από δημοειεύσεις των εκδόσεων Καζαντζάκη. φωτογραφίες της Αίγινας από το αρχεία της ΑΣΚΣΑ και το προσωπικό μας αρχείο